ΚΕΙΜΕΝΟ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗΣ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΓΕΩΤΡΗΣΗ
« ΗΠΕΙΡΟΣ-1 »

Είμαστε η Αδελφότητα Κουρέντων Ιωαννίνων «ο Άγιος Γεώργιος», μη κερδοσκοπικό σωματείο, με έδρα την Αθήνα, Νάξου 108.

Είμαστε μέλος της Πανηπειρωτικής Συνομοσπονδίας Ελλάδας.

Επί σειρά ετών δραστηριοποιούμαστε κάθε χρόνο τόσο στην Αθήνα, όσο και στο χωριό μας, Κούρεντα Ιωαννίνων, διοργανώνοντας πλήθος κοινωνικών, καλλιτεχνικών, αθλητικών, και άλλων εκδηλώσεων, και αναλαμβάνοντας και εκτελώντας κοινωφελή έργα στο χωριό μας, με σκοπό την «εξύψωση και τον εκπολιτισμό της γενέτειρας», βάσει του καταστατικού μας.

Με απόφαση που ελήφθη την 10.2.2023,το Δ.Σ. της Αδελφότητάς μας τάχθηκε ομόφωνα ΚΑΤΑ της ερευνητικής γεώτρησης και επακόλουθης εξόρυξης που σχεδιάζεται να γίνει δίπλα στο χωριό μας .

Έχουμε επίσης εκδώσει το από 20.2.2023 δελτίο τύπου, όπου αναλυτικά περιγράφουμε τις καταστροφικές και μη αναστρέψιμες συνέπειες που θα έχει, και μόνο η ερευνητική γεώτρηση, πόσο μάλλον η εξόρυξη, στο χωριό μας, στην ευρύτερη περιοχή, και στην Ήπειρο ολόκληρη ( επικίνδυνα απόβλητα, μόλυνση υπόγειων και επίγειων υδάτων, ατμοσφαιρική ρύπανση, τσιμεντοποίηση, κλπ. )

Με την παρούσα συμμετοχή μας στην ηλεκτρονική διαβούλευση, εντοπίζουμε και εκθέτουμε σειρά άμεσων και προφανών ΠΑΡΑΒΑΣΕΩΝ σειράς ΕΥΡΩΠΑΙΚΩΝ ΟΔΗΓΙΩΝ που προκύπτουν από την υπό διαβούλευση Μ.Π.Ε., και ζητούμε την κατά νόμο σαφή, αναλυτική, εμπεριστατωμένη, και ΝΟΜΙΚΑ ΤΕΚΜΗΡΙΩΜΕΝΗ ΑΠΑΝΤΗΣΗ της αναδόχου εταιρείας Energean και κάθε αρμόδιου και υπεύθυνου φορέα, στα κάτωθι :

Παράβαση των άρθρων 3 και 5 της οδηγίας 2011/92 για την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων σε συνδυασμό με το παράρτημα IV της ίδιας οδηγίας

  1. 1. Η κλιματική αλλαγή και η βιοποικιλότητα αποτελούν βασικά αντικείμενα της εκτίμησης περιβαλλοντικών επιπτώσεων [ΕΠΕ] (European Commission, (2013) Guidance on Integrating Climate Change and Biodiversity into Environmental Impact Assessment 13). Η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής αποτελεί έναν από τους μείζονες στόχους της ΕΕ, όπως αυτοί περιλαμβάνονται τόσο στο Άρθρο 3, παράγραφος 3 ΣΕΕ, Άρθρο 191, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, Άρθρο 192, παράγραφος 1 ΣΛΕΕ όσο και στο παράγωγο δίκαιο (ιδίως, Κανονισμός 2018/842 σχετικά με τις δεσμευτικές ετήσιες μειώσεις των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου από τα κράτη μέλη από το 2021 έως το 2030, Κανονισμός 2018/1999 για τη διακυβέρνηση της ΕΕ και της Δράσης για το Κλίμα, Κανονισμός 2021/1119 για την κλιματική ουδετερότητα). Επίσης, η εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων πρέπει να αναφέρεται τόσο στις επιπτώσεις του έργου στην κλιματική αλλαγή, όσο και στην επίπτωση της κλιματικής αλλαγής επί του έργου. Σύμφωνα με το ΔΕΕ, πρέπει να αποτελούν αντικείμενο της ΕΠΕ όλες οι επιπτώσεις, άμεσες ή έμμεσες μεσοπρόθεσμες ή μακροπρόθεσμες, σωρευτικές, πρόσκαιρες ή διαρκείς.
  2. 2. Η Επιτροπή υπογραμμίζει ότι η ΜΠΕ θα πρέπει να περιλαμβάνει μια εκτίμηση των άμεσων και έμμεσων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου που σχετίζονται με το έργο, οσάκις αυτές οι επιπτώσεις θεωρούνται σημαντικές:
    • - άμεσες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου (ΑτΘ) που παράγονται από την κατασκευή και τη λειτουργία του έργου καθόλη τη διάρκεια της ζωής του
    • - έμμεσες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου είναι αυτές που εμφανίζονται σε ύστερο χρόνο και σε άλλο τόπο από το έργο (European Commission (2017), Guidance on the preparation of the EIA Report).
    • Η υπό κρίση ΜΠΕ περιορίζεται μόνο στην εκτίμηση των άμεσων εκπομπών ΑτΘ δηλαδή σε αυτές που λαμβάνουν χώρα κατά τη φάση κατασκευής του έργου, ενώ δεν αναφέρεται καθόλου στις έμμεσες εκπομπές ΑτΘ (βλ., ΜΠΕ κεφ. 10.2.) Ωστόσο είναι επιβεβλημένο από τη νομολογία του ΔΕΕ αλλά και αλλοδαπών δικαστηρίων να εκτιμηθούν προεχόντως οι έμμεσες επιπτώσεις. Τέτοιες είναι οι εκπομπές ΑτΘ που λαμβάνουν χώρα σε ύστερο χρόνο (κατά τη φάση της καύσης των εξορυχθέντων υδρογονανθράκων) και σε άλλο χώρο (σε αυτό που γίνεται η καύση των υδρογονανθράκων). Όλες οι επιστημονικές εκτιμήσεις συγκλίνουν στο γεγονός ότι οι έμμεσες εκπομπές ΑτΘ είναι πολύ μεγαλύτερες από τις άμεσες εκπομπές ΑτΘ και ως εκ τούτου είναι απολύτως αναγκαίο να αξιολογούνται.
  3. 3. Η εκτίμηση των άμεσων και έμμεσων εκπομπών ΑτΘ θα πρέπει να γίνεται οπωσδήποτε στην παρούσα Β φάση του έργου διότι έχουν εντοπιστεί ήδη τα κοιτάσματα υδρογονανθράκων κατά την Α φάση και μένει κυρίως ο καθορισμός των εμπορικά εκμεταλλεύσιμων κοιτασμάτων. Για το λόγο αυτό άλλωστε, κατά πάγια νομολογία δικαστηρίων κρατών μελών της ΕΕ (Γαλλικό ΣτΕ, Ανώτερο Δικαστήριο της Χάγης, Συνταγματικό Δικαστήριο της Γερμανίας κ.λπ.) ή και άλλων δικαστηρίων εκτός ΕΕ (Ανώτατο Δικαστήριο Νότιας Αφρικής κ.λπ.) η εκτίμηση των ως άνω εκπομπών ΑτΘ θα πρέπει να διενεργείται ακόμη και κατά την πρώτη φάση των σεισμικών ερευνών. Επιπλέον, σύμφωνα με την οδηγία 2011/92 αλλά και την Επιτροπή (European Commission (2013), Guidance on Integrating Climate Change and Biodiversity into Environmental Impact Assessment) η ΜΠΕ θα πρέπει να περιλαμβάνει τις μείζονες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής επί του έργου (κύματα ζέστης, ξηρασίες, έντονες βροχοπτώσεις, καταιγίδες, ανέμους, κατολισθήσεις, άνοδος της στάθμης της θάλασσας κλπ).
  4. 4. Επειδή, ο Κανονισμός 2018/842 προβλέπει ότι η Ελλάδα είναι υποχρεωμένη να μειώσει κατά -16% έως το 2030, σε σχέση με το 2005 τις εκπομπές ΑτΘ. Επίσης, η συνθήκη των Παρισίων (συνήφθη, εξ ονόματος της Ένωσης με την απόφαση 2016/1841 του Συμβουλίου) επιβάλλει τη μείωση των εκπομπών ΑτΘ ώστε να συγκρατηθεί η αύξηση της θερμοκρασίας κάτω από τους 2 βαθμούς Κελσίου σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα. Μάλιστα η ΕΕ κατέθεσε το 2016 την “εθνική συνεισφορά” μείωσης των εκπομπών σε ποσοστό 40% έως το 2030 σε σύγκριση με το 1990 ενώ αυξήθηκε ήδη σε ποσοστό 55% (βλ. Κανονισμό 2018/842). Σύμφωνα δε με τον Κανονισμό 2018/1999, τα Κράτη Μέλη έχουν την υποχρέωση να καταρτίζουν εθνικά σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα (άρθρο 3) στα οποία θα περιλαμβάνονται μέτρα μείωσης των εκπομπών και έλεγχος και παρακολούθηση των πηγών εκπομπών (η Ελλάδα έχει καταθέσει το εθνικό σχέδιο το 2018 και το επικαιροποίησε το 2020). Εάν, λοιπόν, δεν καταγραφούν με απόλυτα επιστημονικό τρόπο οι άμεσες, οι έμμεσες και οι σωρευτικές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου (κάτι που δεν συμβαίνει εν προκειμένω) τίθεται εν αμφιβόλω η δυνατότητα της χώρας να ανταποκριθεί στις διεθνείς υποχρεώσεις της. Από τα ανωτέρω, και με βάση τη νομολογία των δικαστηρίων, προκύπτει ότι η εν λόγω παράλειψη αντιβαίνει την απαίτηση του Παραρτήματος IV σημείο ζ) της οδηγίας 2011/92 που ορίζει ότι θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι στόχοι περιβαλλοντικής προστασίας που έχουν τεθεί σε διεθνές, ενωσιακό και εθνικό επίπεδο.
  5. 5. Επειδή, όπως προκύπτει από τα ανωτέρω, ενώ ήταν υποχρεωτικό να γίνει στη ΜΠΕ εκτίμηση των άμεσων, έμμεσων και σωρευτικών εκπομπών ΑτΘ σύμφωνα με τις προβλέψεις του παραρτήματος IV της οδηγίας 2011/92, αυτό δεν έγινε. Ομοίως, δεν εκτιμήθηκε η τρωτότητα του έργου στην κλιματική αλλαγή. Κατά συνέπεια, οι πληροφορίες που προβλέπονται στα άρθρα 3 και 5 και στο Παράρτημα IV της οδηγίας 2011/92/ΕΕ, δεν περιλαμβάνονται στη ΜΠΕ. Ως εκ τούτου η ΜΠΕ είναι ελλιπής και ανακριβής διότι δεν λαμβάνει υπόψη τις απαιτήσεις των άρθρων 3 και 5 και του παραρτήματος IV της οδηγίας 2011/92/ΕΕ σε συνδυασμό με το άρθρο 2, παράγραφοι 1, 3 και 5, και το άρθρο 4, παράγραφος 1, της ίδιας ως άνω οδηγίας. Επομένως, δεν μπορεί να αποτελέσει τη νόμιμη βάση πληροφοριών για την έκδοση της ΑΕΠΟ.

Παράβαση του άρθρου 6 παράγραφος 3 της οδηγίας 92/43 για τους  οικότοπους

  1. 6. Στη ΜΠΕ αναφέρονται οι προστατευόμενες περιοχές και οι αποστάσεις τους από την περιοχή του έργου. Ειδικότερα:

Περιοχές Δικτύου NATURA 2000 πλησίον της περιοχής μελέτης του έργου

  • - “ΕΥΡΥΤΕΡΗ ΠΕΡΙΟΧΗ ΠΟΛΗΣ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ” (GR2130012) ZΕΠ, απόσταση 6,38 χλμ.
  • - “ΣΤΕΝΑ ΚΑΛΑΜΑ” (GR2120004) EZΔ, απόσταση από την περιοχή μελέτης 9,92 χλμ.
  • - “ΟΡΗ ΤΣΑΜΑΝΤΑ, ΦΙΛΙΑΤΩΝ, ΦΑΡΜΑΚΟΒΟΥΝΙ, ΜΕΓΑΛΗ ΡΑΧΗ”(GR2120009) ZEΠ, απόσταση από την περιοχή μελέτης 15,13 χλμ.
  • - “ΚΕΝΤΡΙΚΟ ΖΑΓΟΡΙ ΚΑΙ ΑΝΑΤΟΛΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΟΡΟΥΣ ΜΙΤΣΙΚΕΛΙ”(GR2130011) ΖΕΠ, απόσταση από την περιοχή μελέτης 15,63 χλμ.
  • - “ΛΙΜΝΗ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ” (GR2130005) ZEΠ, απόσταση από την περιοχή μελέτης 15,82 χλμ.
  • - “ΟΡΟΣ ΜΙΤΣΙΚΕΛΙ” (GR2130008) EZΔ, απόσταση από την περιοχή μελέτης 15,52 χλμ.
  • - “ΟΡΗ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΣ, ΣΤΕΝΑ ΚΑΛΑΜΑ ΚΑΙ ΣΤΕΝΑ ΑΧΕΡΟΝΤΑ”(GR2120008) ΖΕΠ, απόσταση από την περιοχή μελέτης 9,92 χλμ.
  • - “ΚΕΝΤΡΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΖΑΓΟΡΙΟΥ” (GR2130004) ΕΖΔ, απόσταση από την περιοχή μελέτης 17,87 χλμ.
  • - “ΛΙΜΝΗ ΛΙΜΝΟΠΟΥΛΑ” (GR2120003) ΕΖΔ, απόσταση από την περιοχή μελέτης 20,76 χλμ.

Σύμφωνα με τη νομολογία τόσο του ΔΕΕ και άλλων εθνικών δικαστηρίων κρατών μελών όσο και με τη νομολογία του ΣτΕ επιβάλλεται να ακολουθηθεί η διαδικασία του άρθρου 6 παράγραφος 3 της οδηγίας 92/43, ακόμη και στις περιπτώσεις όπου το έργο βρίσκεται εκτός προστατευόμενων περιοχών εφόσον ενδέχεται να υπάρξουν αρνητικές επιπτώσεις σε αυτές. Αυτό, όμως, δεν έγινε εν προκειμένω. Ειδικότερα, θα έπρεπε να ακολουθηθεί κατ’ αρχάς το πρώτο στάδιο της εν λόγω διαδικασίας και να διεξαχθεί ο προκαταρκτικός έλεγχος (screening) για να διαπιστωθεί εάν απαιτείται να εκπονηθεί δέουσα εκτίμηση. Μάλιστα, η απόφαση σχετικά με τον προκαταρκτικό έλεγχο και το περιεχόμενο της απόφασης θα έπρεπε να είναι στη διάθεση των ενδιαφερόμενων μερών πολλώ δε μάλλον αν η απόφαση αφορά τη μη διενέργεια δέουσας εκτίμησης. Ως εκ τούτου η ΜΠΕ είναι ελλιπής και ανακριβής διότι δεν λαμβάνει υπόψη τις απαιτήσεις του άρθρου 6 παράγραφος 3 της οδηγίας 92/43. Επομένως, δεν μπορεί να αποτελέσει τη νόμιμη βάση πληροφοριών για την έκδοση της ΑΕΠΟ.

Παράβαση του άρθρου 12 της οδηγίας 92/43 για τους οικότοπους και του άρθρου 5 της οδηγίας 2009/147 για τα άγρια πτηνά

  1. 7. Επειδή, κατά πάγια νομολογία του ΔΕΕ, το άρθρο 12 της οδηγίας 92/43 και το άρθρο 5 της οδηγίας 2009/147 εφαρμόζονται σε όλα τα έργα που ενδέχεται να έχουν αρνητικές επιπτώσεις στα είδη του παραρτήματος IV της οδηγίας 92/43 και στα είδη άγριων πτηνών του άρθρου 1 της οδηγίας 2009/147, αντίστοιχα. Ειδικότερα, η νομολογία του ΔΕΕ κάνει λόγο για αυστηρή προστασία των ειδών, η οποία δεν κάμπτεται παρά μόνο εάν υπάρχουν οι προϋποθέσεις που θέτει το άρθρο 16 της οδηγίας 92/43 και το άρθρο 9 της οδηγίας 2009/14. Συγκεκριμένα, το άρθρο 12, παράγραφος 1, της οδηγίας για τους οικοτόπους προβλέπει, στο στοιχείο αʹ, την απαγόρευση κάθε μορφής σύλληψης ή θανάτωσης, εκ προθέσεως, δειγμάτων αυτών των ειδών λαμβανομένων στη φύση, στο στοιχείο βʹ, την απαγόρευση να παρενοχλούνται εκ προθέσεως τα εν λόγω είδη, ιδίως κατά την περίοδο αναπαραγωγής, την περίοδο κατά την οποία τα νεογνά εξαρτώνται από τη μητέρα, τη χειμερία νάρκη και τη μετανάστευση, στο στοιχείο γʹ, την απαγόρευση της εκ προθέσεως καταστροφής ή της συλλογής των αυγών στο φυσικό περιβάλλον και, στο στοιχείο δʹ, την απαγόρευση πρόκλησης βλάβης ή καταστροφής των τόπων αναπαραγωγής ή των τόπων ανάπαυσης.
  2. 8. Το άρθρο 5 της οδηγίας για τα πτηνά προβλέπει, στο στοιχείο αʹ, την απαγόρευση της εκ προθέσεως θανάτωσης ή σύλληψης πτηνών με οιονδήποτε τρόπο, στο στοιχείο βʹ, την απαγόρευση της εκ προθέσεως καταστροφής ή βλάβης των φωλιών και των αυγών και της αφαιρέσεως των φωλιών και, στο στοιχείο δʹ, την απαγόρευση της σκόπιμης ενόχλησης των πτηνών, ιδιαίτερα κατά την περίοδο αναπαραγωγής και εξαρτήσεως, όταν αυτή έχει σημαντικές συνέπειες σε σχέση με τους αντικειμενικούς σκοπούς της συγκεκριμένης οδηγίας.

9. Επειδή στη ΜΠΕ γίνεται απλώς γενική αναφορά στα είδη του παραρτήματος IV της οδηγίας 92/43 χωρίς να καταγράφονται τα άτομα του κάθε προστατευόμενου είδους που υπάρχει στην περιοχή του έργου ούτε αξιολογούνται οι επιπτώσεις του έργου στα εν λόγω είδη, όπως αυτές είναι σαφώς προσδιορισμένες στο άρθρο 12, παράγραφος 1, σημεία α έως δ. Επίσης, στη ΜΠΕ δεν αξιολογούνται οι επιπτώσεις του έργου στα άγρια πτηνά του άρθρου 1 της οδηγίας 2009/147 δηλαδή σε όλα τα πτηνά που ζουν και όχι μόνο των άγριων πτηνών που αναφέρονται στο παράρτημα Ι της ίδιας ως άνω οδηγίας. Ειδικότερα, δεν υπήρξε ούτε προκαταρκτική ούτε δέουσα εκτίμηση των επιπτώσεων του επίδικου έργου σε όλα τα είδη πτηνών που ζουν εκ φύσεως σε άγρια κατάσταση, πολλώ δε μάλλον που δεν υπάρχει η αναγκαία και πλήρης πληροφόρηση σχετικά με την ύπαρξη των πτηνών που ζουν σε άγρια κατάσταση στην περιοχή εγκατάστασης του έργου. Οι εν λόγω επιπτώσεις προσδιορίζονται σαφώς στο άρθρο 5, στοιχεία α έως δ της ως άνω οδηγίας. Συνεπώς, σύμφωνα με τα παραπάνω και με βάση την πάγια νομολογία του ΔΕΕ, η ΜΠΕ δεν λαμβάνει υπόψη τις απαιτήσεις του άρθρου 12 της οδηγίας 92/43 και του άρθρου 5 της οδηγίας 2009/147 και ως εκ τούτου είναι ελλιπής και ανακριβής και ως εκ τούτου δεν παρέχει τη νόμιμη πληροφόρηση στην αρμόδια αρχή για την έκδοση της ΑΕΠΟ.

Παράβαση της οδηγίας 2000/60 για την πολιτική των υδάτων

  1. 10. Σύμφωνα με τη νομολογία του ΔΕΕ, το άρθρο 4 της οδηγίας 2000/60 δεν περιλαμβάνει μόνον υποχρεώσεις μακροπρόθεσμων σχεδιασμών που προβλέπονται με τα σχέδια διαχειρίσεως και τα προγράμματα μέτρων, αλλά αφορά επίσης και συγκεκριμένα έργα τα οποία επίσης καταλαμβάνει η απαγόρευση υποβάθμισης της κατάστασης των υδατικών συστημάτων. Επομένως, τα κράτη μέλη έχουν την υποχρέωση να μην χορηγούν άδεια για έργο όταν αυτό δύναται, ως εκ της φύσεώς του, να υποβαθμίσει την κατάσταση του οικείου υδατικού συστήματος ή να διακυβεύσει την επίτευξη «καλής κατάστασης» των συστημάτων επιφανειακών ή υπόγειων υδάτων.
  2. 11. Το άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 2006/118 για τα υπόγεια ύδατα προβλέπει ότι, για τους σκοπούς της αξιολόγησης της χημικής κατάστασης ενός συστήματος υπόγειων υδάτων, τα κράτη μέλη χρησιμοποιούν, αφενός, τα ποιοτικά πρότυπα υπόγειων υδάτων που εμφαίνονται στο παράρτημα Ι της οδηγίας αυτής και, αφετέρου, τις ανώτερες αποδεκτές τιμές που ορίζονται από τα κράτη μέλη, σύμφωνα με το παράρτημα ΙΙ της ίδιας οδηγίας, ιδίως για τους ρύπους για τους οποίους έχει διαπιστωθεί ότι συμβάλλουν στον χαρακτηρισμό των συστημάτων υπόγειων υδάτων ως απειλουμένων. Κατά συνέπεια, τα ως άνω ποιοτικά πρότυπα και οι ως άνω ανώτερες αποδεκτές τιμές αποτελούν ποιοτικό στοιχείο κατά την έννοια του σημείου 2.3.2 του παραρτήματος V της οδηγίας 2000/60 το οποίο καθιστά δυνατή την αξιολόγηση μιας από τις καθοριστικές παραμέτρους για τον χαρακτηρισμό της κατάστασης συστήματος υπογείων υδάτων, ήτοι τις συγκεντρώσεις ρύπων. Επομένως, η υπέρβαση, σε ένα σύστημα υπογείων υδάτων, ενός μόνον από τα ποιοτικά πρότυπα ή τις ανώτερες αποδεκτές τιμές, κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 2006/118, πρέπει να χαρακτηρίζεται ως παράβαση της υποχρέωσης πρόληψης της υποβάθμισης του συστήματος υπόγειων υδάτων.
  3. 12 .Επειδή η αρχή της μη υποβάθμισης, όπως ορίστηκε παραπάνω, δεν αφορά μόνο τους στόχους των σχεδίων διαχείρισης αλλά εφαρμόζεται επίσης σε ατομικά έργα σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου ( βλ. Επίσης, EC, Fitness Check of the FWD, SWD(2019) 439 final, 10.12.2019, σ. 119.) Εν προκειμένω, στη ΜΠΕ δεν περιλαμβάνονται τα κριτήρια και οι υποχρεώσεις που θεσπίζει το άρθρο 4, παρ. 1 της οδηγίας 2000/60 σε συνδυασμό με το παράρτημα V της ίδιας οδηγίας στο οποίο προβλέπεται συγκεκριμένη μεθοδολογία αξιολόγησης (Βλ., κεφ. 10.12 ΜΠΕ). Εν όψει των ανωτέρω, και σύμφωνα με τη νομολογία του ΔΕΕ, η ΜΠΕ δεν ικανοποιεί τις απαιτήσεις του άρθρου 4, παρ. 1, της οδηγίας 2000/60 σε συνδυασμό με το παράρτημα V της ίδιας ως άνω οδηγίας και ως εκ τούτου είναι ελλιπής και ανακριβής και δεν μπορεί να αποτελέσει τη νόμιμη πληροφόρηση για την έκδοση της ΑΕΠΟ.

Παράβαση της οδηγίας 2008/50/ΕΚ για τον ατμοσφαιρικό αέρα

  1. 13. Οι ρύποι που εκλύονται στην ατμόσφαιρα από τη συγκεκριμένη δραστηριότητα είναι μεταξύ των άλλων, τα οξείδια του αζώτου και του άνθρακα, οι πτητικές οργανικές ενώσεις (VOCs) τα καυσαέρια των μηχανημάτων και η σκόνη. Στην τελευταία περιλαμβάνονται τα αιωρούμενα σωματίδια ΑΣ10 και ΑΣ2,5 που είναι άκρως επικίνδυνα για την υγεία του ανθρώπου (καρκινογόνα) σύμφωνα με όλους τους επιστήμονες (Βλ., ενδεικτικά, Andre Nel, “Air Pollution-Related Illness: Effects of Particles”, Science, Vol. 308, 6-5-2005, σ. 804-806. THE LANCET oncology, Vol. 14, 2013, σ.1262-63.) Ωστόσο, στην υπό κρίση ΜΠΕ δεν υπάρχουν σαφείς αναφορές τόσο για τη φύση όσο και για τις ποσότητες των εκπεμπόμενων στην ατμόσφαιρα ρύπων, όπως επιβάλλεται από τις ρυθμίσεις της εν λόγω οδηγίας.
  2. 14. Επειδή η υπό κρίση ΜΠΕ δεν κάνει ούτε εκτίμηση των εκπεμπόμενων επικίνδυνων σωματιδίων (και των εν γένει ρύπων) στην ατμόσφαιρα ούτε προτείνει μέτρα αντιμετώπισής τους καθώς περιορίζεται απλώς σε γενικές αναφορές. Ειδικότερα, δεν αξιολογεί τις αρνητικές επιπτώσεις στο περιβάλλον και στην υγεία του ανθρώπου που προκαλούνται από επικίνδυνους ρύπους όπως είναι το μεθάνιο και άλλα αέρια (CO2, CH4, N2, O2, H2S, CO, NH3, H2, VOC, κ.λπ.) και που προέρχονται από το εν λόγω έργο. Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι η ΜΠΕ δεν εκπληρώνει τις απαιτήσεις που απαιτούν τα άρθρα 1, 15 και 16 της οδηγίας 2008/50/ΕΚ σε συνδυασμό με το άρθρο 5(1) και (3) της οδηγίας ΕΠΕ και με το παράρτημα IV σημεία 1, 3 και 5 της ίδιας οδηγίας. Κατά συνέπεια είναι ελλιπής και ανακριβής και δεν μπορεί να αποτελέσει τη νόμιμη πληροφόρηση για την έκδοση ΑΕΠΟ.

Τέλος, και πέραν του νομικού σκέλους του ζητήματος, στο οποίο πρόκειται να επανέλθουμε ενώπιον των αρμόδιων Δικαστηρίων, ζητούμε να σκεφτείτε πολύ σοβαρά το εξής:

Σε μια εποχή όπου όλοι ευαγγελίζονται την απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα, σε μια εποχή που η στροφή στην «πράσινη» ενέργεια είναι βασική προτεραιότητα σε παγκόσμιο επίπεδο, και σε μια εποχή που οι συνέπειες της κλιματικής αλλαγής γίνονται καθημερινά ορατές, με τον πιoό τραγικό τρόπο, εμείς συζητάμε σήμερα για το αν θα καταστρέψουμε ή όχι ένα από τα τελευταία παρθένα, καθαρά, ανέγγιχτα μέρη της πατρίδας μας.

Ζητούμε από τους αρμόδιους φορείς, να συναισθανθούν το βάρος της ευθύνης τους, για τις σημερινές και κυρίως τις μελλοντικές γενιές.

Μη παραδώσετε στο δηλητήριο και στο τσιμέντο αυτόν τον ευλογημένο, καταπράσινο, καθαρό τόπο.

Με εκτίμηση

Αθήνα – 20 Φεβρουαρίου 2023

Με εκτίμηση Το Δ.Σ. της Αδελφότητας Κουρέντων

© 2024 Κούρεντα Ιωαννίνων